Δεκέμβρης
Τρίτη μεσημέρι και η πλατεία είχε σκεπαστεί με λευκά σεντόνια, πλημμυρισμένη από κόσμο που είχε βγει στα μαγαζιά για τις γιορτές. Οι οργανοπαίχτες για άλλη μια χρονιά ακουγόντουσαν παντού να παίζουν τα κάλαντα, ενώ ταυτόχρονα τσίριζαν τα σκουριασμένα ροδάκια από τα καρότσια με τα κάστανα και τους ζεστούς καφέδες. Συνήθως δεν έβγαινες για ψώνια με τόση κίνηση και βαβούρα, αλλά οι δουλειές και οι διορίες δεν σε άφηναν να κάνεις αλλιώς. Παρόλα αυτά φρόντισες αυτή τη βόλτα να την κάνουμε μαζί, να αναπληρώσουμε τον χρόνο που μας στέρησαν οι υποχρεώσεις μας και να πούμε τα νέα μας. Όχι ότι είχα πολλά να σου πω, πέρα από το ότι τελικά με απέλυσαν από την δουλειά. Αν και σε είχε φάει η κούραση, ακούγοντας ότι είσαι καλά και ότι πάνε ρολόι όλα στο γραφείο καθησυχάστηκα. Και αυτή η χαρά στο πρόσωπο σου όταν είπες ότι θα γυρίσεις επιτέλους στο πατρικό σου με έκανε να νιώθω το κρύο εκείνη τη μέρα σαν δροσερό αεράκι. Το βλέμμα σου, όμως, ήταν ακόμα άβολο και είχες τα χέρια συνέχεια μαζεμένα σαν μην έχεις όρεξη να μοιραστείς πολλά. Υπέθεσα ότι έφταιγε ο λίγος χρόνος που είχαμε, οπότε πάλι δεν ζήτησα εξηγήσεις. Σε είχε φάει το άγχος να φύγεις να προλάβεις το λεωφορείο, καθώς το να έπαιρνες το επόμενο στα αυτιά σου ακουγόταν σαν το τέλος του κόσμου. Έκανες υπομονή μια, έκανες υπομονή δυο, δεν άντεξες και έσπευσες να φύγεις. Αφού θα γυρνούσες από τους δικούς σου θα έπιανες κατευθείαν δουλειά, κάνοντας άγνωστο το πότε θα ξαναβρεθούμε. Οπότε όσο έψαχνες το εισιτήριο του λεωφορείου στην τσάντα σου, εγώ έβαλα κρυφά στην τσέπη σου την κονκάρδα που φτιάξαμε σε εκείνο το εργαστήρι, ελπίζοντας ότι όταν την δεις δεν θα με ξεχάσεις πάλι και όταν βρεθούμε θα πούμε πολλά παραπάνω.
Πέρασε σχεδόν ένας χρόνος και ακόμα δεν έχουμε ιδωθεί. Μάλλον εκείνη η βόλτα μας ήταν ο τρόπος σου να μου πεις αντίο. Προσπαθώ να επικοινωνήσουμε λίγο παραπάνω, μα εσύ βρίσκεις δικαιολογία να το αποφύγεις. Καμιά φορά στο τηλέφωνο λες πως δεν έχεις πολύ χρόνο ή δεν το σηκώνεις διότι οι δουλειές δεν έχουνε σταματημό. Μαθαίνω περισσότερα για εσένα και το πώς περνάς· μου κακοφαίνεται που τα μαθαίνω από φωτογραφίες και από τους φίλους μας. Τις πλέον ελάχιστες φορές που καταφέρνω να σου μιλήσω δεν τις θεωρώ ευκαιρίες για να μάθω νέα σου, αλλά για να σου εξηγήσω τι σημαίνει για εμένα η κάθε επικοινωνία μας πριν και μετά την μετάθεση σου. Σκέφτηκα ότι έφυγες εξαιτίας μου, ίσως κάπως υπερβολικό, αλλά το γεγονός ότι δεν θα επιστρέψεις φέτος τις γιορτές, ούτε καν για να δεις τους δικούς σου δεν με αφήνει να ησυχάσω. Όταν προσπαθώ να σου πω για εμάς, εσύ κάνεις την ανήξερη παρόλο που η αποφυγή σου δείχνει το αντίθετο. Και αμφιβάλλω ότι δεν βρήκες την κονκάρδα στο παλτό σου. Γιατί αν δεν την έβρισκες, δεν θα ήσουν τώρα τόσο συνεσταλμένη. Ήσουν πολύ χαρούμενη όταν την φτιάξαμε και μου ζήτησες να την κρατήσω για να μείνει η ανάμνηση εκείνης της μέρας ζωντανή. Οι κλήσεις και τα μηνύματα λιγοστεύουν, δεν νιώθω όμως ούτε θυμό ούτε θλίψη. Γιατί όταν με πήρες ενθουσιασμένη να μου πεις για την προαγωγή σου, ένιωσα την ίδια ανακούφιση που ένιωθα κάθε φορά μου έλεγες ότι είσαι καλά όταν ακόμα δεν είχες φύγει. Όταν μου διαβεβαίωνες ότι είσαι χαρούμενη. Που στην τελική αυτό θέλω.
Του χρόνου λένε πως δεν θα έχει τόσο κρύο και ότι ο Δεκέμβρης θα είναι πιο ζεστός απ’ ότι συνήθως. Όχι όμως τόσο όσο όταν ήσουν εδώ. Σκέφτομαι όταν πάρω το ρεπό μου να πάω ένα ταξιδάκι να περάσω τις γιορτές μου κάπου έξω, να σπάσω κάπως την ρουτίνα και να δοκιμάσω κάτι διαφορετικό. Θα φροντίσω να βγάλω πολλές φωτογραφίες και να γεμίσω επιτέλους το λεύκωμα που μου πήρες. Και άμα είμαι τυχερός, ίσως σε πετύχω να κόβεις και εσύ βόλτες στα ίδια άγνωστα μέρη φορώντας την κονκάρδα μας. Να σου θυμίζει πως αν τα πράγματα δεν πάνε εν τέλη όπως τα θες, θα περιμένω να βρούμε μια λύση μαζί.

