Hi.

Welcome to my blog. I document my adventures in travel, style, and food. Hope you have a nice stay!

Υπό το σεληνόφως

Υπό το σεληνόφως

Εκείνος. Εκείνος ήταν πάντα ένας μοναχικός άνθρωπος. Ακόμα και σήμερα δεν μπορώ να καθορίσω το όνομά του. Ίσως ποτέ να μην το έμαθα, αλλά μου φαίνεται ότι είχε έναν ψυχρό και μακρόσυρτο ήχο, έτσι ώστε οι απέναντί του να διστάζουν να το προφέρουν. Εκείνος, λοιπόν, ήταν πάντα ένας μοναχικός άνθρωπος, έμοιαζε να έχει ξεφύγει από τις σελίδες του Ντοστογέφσκι, όπου σίγουρα θα πρωταγωνιστούσε. Εκείνος ήταν από τους ανθρώπους που χάνονται σαν σκιές μέσα στις πλημμύρες των δρόμων, ήταν από τους ανθρώπους που κουράζονται σε κάθε κατάσταση που βρίσκονται. Τέλος, ήταν από τους ανθρώπους που δεν πιστεύουν στην ελπίδα, ήταν ο άνθρωπος που όταν το ρολόι έδειχνε 11.11 ευχόταν οι ευχές των γύρω του να καταλήξουν απραγματοποίητες. Το ξέρω, δεν φαίνεται τόσο συμπαθητικός. Αλλά περιμένετε να μάθετε γιατί τελικά ξέφυγε από τις σελίδες του Ντοστογέφσκι ή γιατί μπορεί ο ίδιος ο συγγραφέας να τον έδιωξε.

Εκείνος, λοιπόν, παρασιτούσε την ίδια του την ζωή, ζητώντας τίποτα και τα πάντα από τον καθένα. Γυρνούσε στους δρόμους προσπαθώντας να καταλάβει γιατί υπήρχαν τόσο χαρούμενοι άνθρωποι γύρω του. Η τόση χαρά του φαινόταν πως δομούσε έναν αδύναμο χαρακτήρα. Εκείνος ,όμως, έβλεπε όμως στον εαυτό του μία άλλη αδυναμία. Όχι όλα τα υπέροχα χαρακτηριστικά που ανέλυσα παραπάνω. Όχι, αυτά δεν του φαίνονταν προβληματικά, όπως θα φαίνονταν στον μέσο άνθρωπο. Είχε όμως αυτή την μικρή αδυναμία που προς έκπληξή του δεν την είχαν όλοι γύρω του. Γι’ αυτό την θεωρούσε και αδυναμία.

Η αδυναμία του ήταν η Σελήνη. Ήταν η λάμψη που εξέπεμπε εκείνο το συνεχώς μεταβαλλόμενο σχήμα στον ουρανό. Αυτή η πέτρα, όπως συχνά την έλεγε, έβλεπε τα πάντα χωρίς να κρύβεται ποτέ. 

Τον γνώρισα εντελώς τυχαία, σχεδόν ποιητικά. Πριν από αμέτρητα φεγγάρια υπήρξε μία πανσέληνος που φαινόταν έτοιμη να συνθλίψει τα κτίρια γύρω μου. Με υπνώτισε. Άρχισα να περπατάω σε, μακρινούς από τον προορισμό μου, δρόμους μόνο και μόνο για να μην την χάσω από τα μάτια μου. Η αλήθεια είναι  ότι η αφηρημάδα και η ατσουμπαλοσύνη αποτελούν συχνά χαρακτηρισμούς του ατόμου μου. Έτσι λοιπόν δεν ήταν έκπληξη, σίγουρα όχι για εμένα, όταν εκείνο το βράδυ σκόνταψα. Μην ανησυχείτε, δεν αποτελώ δημόσιο κίνδυνο, καθώς συνήθως σκοντάφτω σε αντικείμενα, ή στην περίπτωσή μας ανθρώπους, που έχουν μεγαλύτερη φυσική διάπλαση από εμένα.


- Συγγνώμη, άρχισα αγχωμένα, δεν κοίταζα μπροστά μου έβλεπα…

- Την Σελήνη; Συμπλήρωσε την πρότασή μου.

- Ναι, δίστασα, έβλεπα την Σελήνη.

- Έχει καιρό να λάμψει τόσο, παρατήρησε εκείνος, μάλλον τα φώτα της πόλης δυναμώνουν. Τουλάχιστον σήμερα δυνάμωσε κι αυτή.


Είχε δίκιο. Η φωτεινή μελανομαυρίλα της πόλης τελευταία έκρυβε το φεγγάρι. Τον κοίταξα δειλά, είχε στραφεί πάλι στον ουρανό.


- Μοιάζει μαγεμένη, μουρμούρισα έτοιμη να συνεχίσω τον δρόμο μου. Όποιος κι αν ήταν αυτός πλέον.

- Έτσι θα έμοιαζε ενώ γράφονταν τόσοι μύθοι και ιστορίες γι’ αυτήν.

- Μάλλον ναι. Μάλλον τότε ο κόσμος δεν χάνονταν τόσο στην καθημερινότητα.

- Μάλλον τότε δεν υπήρχε καθημερινότητα. Συνοφρυώθηκε.


Καθίσαμε αρκετή ώρα έτσι, καθηλωμένοι, σχεδόν βαλσαμωμένοι. Δεμένοι από την συντροφικότητα του ουρανού. Ξαφνικά γύρισε προς το μέρος μου, δεν είμαι σίγουρη πόση ώρα πριν τελικά μιλήσει.


- Στέκομαι πολύ ώρα εδώ, θα συνεχίσω προς κάπου αλλού, σε αφήνω στην παρέα της πέτρας, είπε κάνοντας μία ελαφριά υπόκλιση με το κεφάλι του, ίσως από κάπου αλλού να μην φαίνεται τόσο τσαλαπατημένη.


Έφυγε, δε νομίζω να περίμενε κάποια απάντηση. Τότε μόνο συνειδητοποίησα ότι εκεί ψηλά, πάνω από τις χάρτινες πόλεις, οι κρατήρες της Σελήνης τόση ώρα μου θύμιζαν πατημασιές.

Ξανασυναντηθήκαμε αρκετές φορές από τότε, πάντα κάτω από μία πανσέληνο. Πάντα με ελάχιστα να πούμε. Πάντα με τα μάτια ψηλά.

Artwork: Αθηνά Βακάλη

Πριγκίπισσα του Φεγγαριού

Πριγκίπισσα του Φεγγαριού

Φοίβη

Φοίβη